φρενοβλαβείας

φρενοβλαβείας
φρενοβλαβείᾱς , φρενοβλάβεια
damage of the understanding
fem acc pl
φρενοβλαβείᾱς , φρενοβλάβεια
damage of the understanding
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κλερ, Τζον — (John Clair, 1793 – 1864). Άγγλος ποιητής. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια. Σε ηλικία 7 ετών διέκοψε την παρακολούθηση του σχολείου και έγινε βοσκός. Λίγα χρόνια αργότερα προσελήφθη ως εργάτης σε κάποιο αγρόκτημα, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσε… …   Dictionary of Greek

  • ДОСИФЕЙ II НОТАРА — [греч. Ϫοσίθεος Νοταρᾶς] (31.05.1641, сел. Арахова (совр. Эксохи, ном Ахея, Греция) 7.02.1707, К поль), патриарх Иерусалимский (1669 1707). Жизнь Род. в семье торговца Николая Скарпета, утверждавшего свое происхождение от к польской фамилии… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”